Διανύει τον τρίτο χρόνο παραστάσεων κι όχι άδικα. Φέτος στο φιλόξενο χώρο του θεάτρου "Αλκμήνη" παρακολουθήσαμε μια αξιοπρόσεκτη παράσταση. Το παραλήρημα μιας γυναίκας που ζει αιώνια κάτω από τη σκιά της μητέρας της. «Γιατί μαμά;» ο τίτλος της παράστασης, αφού η ηρωίδα, σε ένα φανταστικό διάλογο με τη μητέρα της, βασανίζεται από αναπάντητα ερωτήματα που αφορούν θέματα με τα οποία ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί σε μικρό, ή μεγάλο βαθμό: του γάμου, της μητρότητας, της δημιουργίας οικογένειας, του τρόπου ανατροφής των παιδιών και των βιωμάτων τους όταν οι γονείς τελικά δεν ταιριάζουν, της αγάπης, της αμφισβήτησης και της αλληλεξάρτησης στη σχέση μάνας-κόρης, του απογαλακτισμού, του άγχους της αποδοχής από τον περίγυρο και της εναρμόνισης με τα πρέπει της κοινωνίας, της μοναξιάς, της κατάθλιψης. Ζητήματα, δηλαδή θέματα άξια κοινωνικού, αλλά και προσωπικού προβληματισμού.
Ένα έργο/κείμενο πολύ δυνατό, καλογραμμένο, βαθιά εσωτερικό, που ξεχωρίζει για την ανθρωπιά του, μιλά κατευθείαν στην ψυχή και συγκινεί, καθώς μέσα του συναντά ο καθένας κομμάτια της ζωής του και τα βλέπει με μια τρίτη ματιά. Φράσεις που αγγίζουν, όπως «Πώς να διδάξεις στα παιδιά την αγάπη, όταν δεν αγαπάς το σύντροφό σου…και πώς να αγαπήσεις το σύντροφό σου, όταν δεν αγαπάς τον εαυτό σου», «Πώς περιμένεις να μην έχω ευαισθησίες όταν με μεγάλωσες φέρνοντάς με σε επαφή με το θέατρο, τη μουσική…», «Επαναστατούμε εναντίον του μοναδικού μας συμμάχου, επειδή ξέρουμε ότι δεν θα βγάλει όπλο».
Η σκηνοθεσία ευρηματική, με ωραίο ρυθμό και εύστοχες αναδρομές, αποδίδει έντεχνα την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και πολύ εύστοχα τις ψυχολογικές μεταπτώσεις της ηρωίδας, προσδίδοντας ζωντάνια και αμεσότητα στην εξέλιξη με έξυπνη χρήση και του διαδραστικού στοιχείου, έγινε από τον Αριστοτέλη Μαγουλά.
Ατμοσφαιρικοί φωτισμοί, μουσική και βίντεο υπηρετούν θαυμάσια το εξαιρετικό συνολικό αποτέλεσμα. Τα δε σκηνικά λιτά, αλλά απόλυτα εύστοχα…μια κομμένη γραμμή τηλεφώνου, που συνάδει απόλυτα με τη συγκλονιστική ανατροπή του τέλους, μια πολυθρόνα και ένα έδρανο που μεταμορφώνεται σε θρανίο, ή καναπέ, ανάλογα με το σημείο της αφήγησης…
Άφησα για το τέλος τη συγκλονιστική ερμηνεία της Λίζυς Ξανθοπούλου. Η ταλαντούχα ηθοποιός καταδύεται ψυχή τε και σώματι στον ψυχισμό της ηρωίδας της και καθηλώνει το κοινό με την εξαιρετική, ειλικρινή και γεμάτη ευαισθησία υποκριτική της προσέγγιση, καθιστώντας την παράσταση βιωματική για κάθε θεατή.
Μια έντιμη, καλοδουλεμένη και προσεγμένη σε όλα τα επίπεδα παράσταση. Έμειναν δυο τελευταίες παραστάσεις. Σας την προτείνουμε.
Είδε, επέλεξε, σχολιάζει η Αμαλία Καμβύση!