Η τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή θεωρείτα
Παράλληλα, ο «Οιδίπους τύραννος» του Παζολίνι ενσαρκώνει τον τραγικό ήρωά του, απογυμνωμένος από οποιαδήποτε δείγματα αστικής νοοτροπίας, οδηγείται στην τελική του συντριβή στην προσπάθειά του να καταλύσει εδραιωμένες κοινωνικές δομές. Η αντισυμβατικότητα του Οιδίποδα γίνεται φανερή στην προσέγγιση της μητέρας του Ιοκάστης. Ο Παζολίνι επεκτείνει την προβληματική του Σοφοκλή ενσωματώνοντας σε αυτή τη φροϋδική θεωρία και το ρόλο που αυτή αναγνωρίζει στα αρχέγονα ένστικτα και το υποσυνείδητο.
Η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά και της βοηθού του Γκέλυς Καλαμπάκα, σε μετάφραση (Οιδίποδα του Σοφοκλή) Μίνωα Βολανάκη και (Οιδίποδα του Παζολίνι) Δημήτρη Αρβανιτάκη, που παρακολουθήσαμε στο σχετικά μικρής χωρητικότητας, αλλά κατάλληλο για τη δημιουργία της απαιτούμενης ατμόσφαιρας χώρο του Πολιτιστικού Πάρκου Νέας Μάκρης, αποτέλεσε μια σκηνική σύνθεση των παραπάνω και συνιστά εν πολλοίς την επιστροφή του Αρχαίου Δράματος, με έναν τρόπο εναλλακτικό, πλην όμως πλήρως ουσιαστικό. Πρωταγωνιστές ήταν ο λόγος του μεγάλου τραγικού ποιητή και τα νοήματα που προκύπτουν από αυτόν, χάρη στην αρκετά εμπνευσμένη σκηνοθεσία. Μεγάλη στιγμή του Δημήτρη Καραντζά, με την πολύτιμη συνδρομή της εξαιρετικής διασκευής της Θεοδώρας Καπράλου, συνεπικουρούμενων από μια πολύ αξιόλογη ομάδα συνεργατών και μια δεμένη ερμηνευτική τριάδα. Και στο επίκεντρο, ένας συγκλονιστικά ανθρώπινος Οιδίπους. Ενας υπέροχος, ανεπανάληπτος, ανατριχιαστικός και τόσο άμεσος Μιχάλης Σαράντης.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η παράσταση ξεκινά με την είσοδο στην σκηνή του Κωνσταντίνου Αβαρικιώτη και την έναρξη αφήγησης της ιστορίας του Οιδίποδα, ενώ άμεσα εμφανίζονται και ο Μιχάλης Σαράντης με τη Μαρία Κεχαγιόγλου. Όλοι με παρόμοια ενδυματολογική εμφάνιση (γκρι-μωβ κοστούμια), μια λιτή και ίσως εύστοχη κατά την άποψή μας επιλογή της Ιωάννας Τσάμη, ενδεικτική ενδεχομένως της ίσης συμμετοχής απλών θνητών και αρχόντων στον πόνο και στη σκληρότητα της μοίρας. Ο χορός απουσιάζει σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, κάτι που ωστόσο δε γίνεται αισθητό, αφού η αναπαράσταση του δράματος λαμβάνει χώρα σ΄όλη του την έκταση απ΄όσα διαμείβονται ανάμεσα σ΄αυτούς τους 3 και μόνο ηθοποιούς.
Το σκηνικό εντός του οποίου αρχίζει η έρευνα που θα οδηγήσει στο να δοθεί η επώδυνη απάντηση στον Οιδίποδα για την αιτία της «αρρώστιας», την αιτία δηλαδή που όλος ο λαός του «νοσεί», στήνεται επί σκηνής από τους ίδιους τους ηθοποιούς και αποτελείται από μπηγμένους στο χώμα πασσάλους και πάνω τους καρφωμένα παιδικά ρούχα. Όπως πληροφορηθήκαμε, βασίστηκε σε ανάμνηση του σκηνοθέτη από ένα νεκροταφείο παιδιών που έγινε κάποτε συμβολικά στην Παλαιστίνη. Συνακόλουθα, εν προκειμένω πιθανότατα συμβολίζονται τα θύματα του λοιμού που μαστίζει την πόλη, ή ακόμα και η παιδική ηλικία του ίδιου του Οιδίποδα, που στιγμάτισε όλη τη μετέπειτα ζωή και το ριζικό του, εξού και προς το τέλος της παράστασης ο Οιδίπους- Μιχάλης Σαράντης, αφού σαρώνει και αποδομεί εντελώς το σκηνικό που στήνεται στην αρχή της παράστασης, αφαιρεί και το δικό του λευκό ένδυμα και το τοποθετεί πάνω σε πάσσαλο, δείγμα ίσως του ότι θεωρεί πλέον τον εαυτό του νεκρό και καταδικασμένο σε νοσηρές και φρικτές πράξεις ήδη από την αρχή της ζωής του, μετά την αποκάλυψη της τραγικής αλήθειας.
Πέραν του εικαστικού μέρους, και οι ηχητικές επιλογές του Γιώργου Πούλιου συμπληρώνουν με ενδιαφέροντα και υποβλητικό τρόπο τα δρώμενα. Οι δε φωτισμοί, ρυθμιζόμενοι κι αυτοί χειροκίνητα από τους ηθοποιούς, δίνουν μια ξεχωριστή νότα και τονίζουν το δίπολο φως-σκοτάδι που χαρακτηρίζει όλο το βίο του Οιδίποδα, λειτουργούν δε και ως μια ιδιαίτερη αλληγορία, καθώς όσο ξεδιπλώνεται η ιστορία, γίνονται όλο και πιο έντονοι έως και εκτυφλωτικοί κατά την κορύφωση του δράματος.
Οι ερμηνείες είναι υψηλότατου επιπέδου και σ΄αυτές πέφτει σχεδόν όλο το βάρος αυτού του μινιμαλιστικού κατά τ' άλλα ανεβάσματος του εν λόγω Οιδίποδα. Η παρουσία και η συνύπαρξη των τριών ηθοποιών είναι τόσο αξιοπρόσεκτες που με την ομοιογένεια της κίνησης και των εκφράσεών τους γίνεται πρόδηλο πόσο καλοδουλεμένη είναι η παράσταση.
Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, σταθερή αξία του ελληνικού θεάτρου, μάλιστα ΄σως τον θυμάστε το περσινό καλοκαίρι, ήταν ο Τειρεσίας στον «Οιδίποδα Τύραννο» που σκηνοθέτησε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης και τώρα, σε μια παράσταση τελείως διαφορετικού ύφους, γίνεται με απίστευτη ευελιξία και δυναμική Κρέοντας και βοσκός, ενώ παράλληλα αναλαμβάνει καίρια και με συνέπεια το κυριότερο μέρος της αφήγησης της ιστορίας από την κατά Παζολίνι εκδοχή.Η σπουδαία Μαρία Κεχαγιόγλου αποδίδει τους ρόλους αρχικά του Τειρεσία και εν συνεχεία της Ιοκάστης με συναισθηματικές αποχρώσεις και ενέργεια θερμής έντασης. Καθώς δε ο συγκεκριμένος "Οιδίπους" εστιάζει ιδιαίτερα στην έντονη σαρκική και φιλήδονη σχέση Οιδίποδα και Ιοκάστης, μας χαρίζει μαζί με το Μιχάλη Σαράντη ίσως την πιο συγκλονιστική σκηνή της παράστασης, όπου οι δύο σύζυγοι, ψιθυριστά, με αξιοθαύμαστη (και όλως παραδόξως καθόλου ενοχλητική) χρήση των μικροφώνων κάνουν αμοιβαία εκ βαθέων κατάθεση ψυχής, καθώς και εξομολογήσεις και αποκαλύψεις, με το κοινό να αισθάνεται ότι κρυφακούει δύο πρόσωπα τα οποία μοιάζουν να γνωρίζουν, με την έννοια ότι μια περιοχή τους έχει μια άγνωστης προέλευσης γνώση, την οποία αρνούνται να κοιτάξουν. Η σαρξ εκ της σαρκός της Ιοκάστης είναι την ίδια στιγμή παιδί της, εραστής της και η ίδια φαίνεται να τον αποτρέπει από την αλήθεια προκειμένου να διατηρήσει τη σταθερά και την αγάπη που έχει για μια σάρκα που γεννήθηκε από τη σάρκα της.