Στην μπούκα του Δημοτικού θεάτρου μια παράσταση γεννιέται
Πρόλογος:
Έξω από το Δημοτικό θέατρο του Πειραιά το πανό που διαφημίζει την παράσταση που
φιλοξενείται στην κεντρική σκηνή, σοκάρει τους γαλλοτραφείς Πειραιώτες που γνωρίζουν
την σημασία της λέξης «Merde!» 1 , αλλά αν δεν είναι εξοικειωμένοι με την θεατρική αργκό
δεν θα ξέρουν πως αυτή την ευχή έδιναν στο γαλλικό θέατρο του 19 ου αιώνα όταν ήθελαν
να ευχηθούν «Καλή τύχη». Το ζητούμενο για τους ανθρώπους του θεάτρου δεν ήταν η
τύχη, αλλά το πόσες άμαξες θα βρίσκονταν έξω από το θέατρο για να φέρουν θεατές,
δηλαδή εισιτήρια, δηλαδή εμπορική επιτυχία δηλαδή βιωσιμότητα, αφού το θέατρο πέρα
από Τέχνη είναι και εμπορική επιχείρηση.
Τίτλος: MERDE
Με αυτό τον εύστοχο τίτλο μας συστήνεται η παράσταση «Merde!» 2 των Βασίλη
Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή πάνω σε κείμενο που έγραψε ο Βασίλης Μαγουλιώτης για
τις ανάγκες της παράστασης.
O Βασίλης Μαγουλιώτης , κατά κόσμον Suyako 3 , έχει δώσει δείγματα επιτυχημένης
θεατρικής γραφής με τα έργα « Η χρονιά του δράκου» στο Θέατρο Τέχνης, «Δε φάιναλ
θολούθιον» (από κοινού με τον Κωστάκη Ανάν), το «Talk show» για το θέατρο Αποθήκη, αν
και ξεκίνησε την θητεία του ως ηθοποιός («Σώσε με», «Η Γέφυρα», «Παίχτες», «Οξυγόνο»
και το κινηματογραφικό «Ο άνθρωπος με τις απαντήσεις»).
Στο «Μerde» μια θεατρική σάτιρα για το ίδιο το θέατρο και τον κόσμο του το πολυεπίπεδο
σκηνικό του Πάρι Μέξη σηκώνει το πέπλο και αποκαλύπτει όλα τα μικρά και μεγάλα κομμάτια
του παζλ που λέγεται διαδικασία ανεβάσματος θεατρικής παράστασης. Μας μεταφέρει στο θέατρο
«Μπούκα 4», όπου ο παραγωγός κος Νίκος (Νίκος Καραθάνος) ανεβάζει μεν μεγάλες
εμπορικές επιτυχίες, αλλά είναι και τυπικός λούμπεν χαρακτήρας του επιχειρηματικού
κόσμου με κάθε είδους παραβάσεις και παραβιάσεις στο κασέ του. Για να γλιτώσει
δηλώνει εξαφάνιση και στην θέση του έρχεται ο γιος του (Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος) ο
οποίος πείθεται από τον φίλο του Βασίλη (Βασίλης Μαγουλιώτης) να ανεβάσουν ένα
πρωτοποριακό έργο, αντί των σίγουρων, αλλά χιλιοπαιγμένων της εποχής του κυρίου
Νίκου. Η «Μπούκα» φιλοδοξεί να δώσει την δική κατάθεση στον χώρο της Τέχνης, θέλει να
αρθρώσει τον δικό της λόγο μέσω του νέου σκηνοθέτη (Γιάννης Νιάρος). Δύσκολο το
εγχείρημα καθώς ο καθένας από τους συντελεστές μιλά και μια διαφορετική γλώσσα, μια
θεατρική Βαβυλωνία, όπου το κωμικό απογειώνεται οδηγώντας στο χάος καλλιτεχνικές
ανησυχίες, φιλοδοξίες, επιθυμίες, στόχους. Ως από μηχανής Θεός εμφανίζεται ο Κάρολος
Κουν για να θυμίσει όλους τους κρίκους της αλυσίδας που συνδέουν την παράσταση που
βλέπουμε με την ιστορία του μεταπολεμικού θεάτρου. Οι πρόβες συνεχίζονται, αλλά η
πρεμιέρα είναι μια καταστροφή. Ο συγγραφέας καλείται να δώσει ένα νέο τέλος, μα
εκείνος συνειδητοποιεί την σημασία, όχι της λέξης, αλλά της παύσης, της σιωπής δίνοντας
τον λόγο σε αυτήν καθώς χαμηλώνουν τα φώτα της σκηνής για να ανοίξουν της πλατείας. Η
θεατρική ψευδαίσθηση τελείωσε, τώρα είναι η σειρά του θεατή να ζήσει και να ξαναζήσει
νοερά αυτό που βίωσε μέσα από τα παλλόμενα σώματα των ηθοποιών και κάπως έτσι η
παράσταση να ξεκινήσει από την αρχή.
Οι ηθοποιοί ανταποκρίθηκαν σε ρόλους απαιτητικούς όχι μόνο υποκριτικά, με εσωτερικές
διαδρομές και συγκρούσεις, όπως του Ηλία Μουλά, αλλά και σωματικά και φωνητικά
(Μουσική και τραγούδια Γιάννης Νιάρος και Γιάννης Παπαδόπουλος).
Η παράσταση «Merde!» πίσω από το σουρεαλισμό, την έντονη γκροτέσκα σωματικότητα,
την υπερβολή, την πληθωρικότητα, το βιτριολικό χιούμορ αποτελεί και ένα σχόλιο πάνω
στην εύθραυστη, εφήμερη, αλλά και πολύ ανθρώπινη φύση του θεάτρου. Μέσα στην
προσωπική σιωπή ο καθένας από τους θεατές θα αναζητήσει αυτό που τον ικανοποιεί πιο πολύ.
1 σκατά
2 https://www.lefigaro.fr/langue-francaise/expressions-francaises/pourquoi-dit-on-merde-pour-
souhaiter-bonne-chance-20191115
3 Η μπλόφα «μεταφρασμένη» στα Καρδιτσιώτικα (με λατινικούς χαρακτήρες), το παρατσούκλι που
του είχε δώσει ο παππούς του.
4 Στόμα, στόμιο πυροβόλου, αλλά και θεατρικός όρος: το άνοιγμα της σκηνής του θεάτρου, από εκεί
και μπουκιά, μπουκαδόρος κ. ά.
Επέλεξε, είδε, παρουσιάζει η Αθηνά Μπάλλα