DWMATIO

«Είμαστε αυτές που η σεξουαλική παρενόχληση, οι σεξιστικές πρακτικές και ο σεξιστικός λόγος, ακόμα και η βία προς εμάς, συνήθως υποτιμώνται και αντιμετωπίζονται ως υπερβολές, υπερευαίσθητων γυναικών από τα ίδια τα θεσμικά όργανα του κράτους και ως γκρίνια, γκρίνια, γκρίνια, ακόμα και στο ίδιο μας το οικείο περιβάλλον.

Είμαστε αυτές που τα σώματα μας προσπαθούν να χωρέσουν στα πρότυπα ομορφιάς, που τα πρόσωπά μας, τα χείλη μας, τα στήθη μας, φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν διαρκώς, ανάλογα με τα πρότυπα ομορφιάς.

Που άλλοτε πρέπει να είναι ντυμένα για να μην προκαλούν το βιασμό μας και άλλοτε να είναι γυμνά και γυμνασμένα, αδύνατα αλλά και πληθωρικά, σεμνά, αλλά και πρόστυχα, για να αρέσουν.

Είμαστε αυτές που ταυτόχρονα πρέπει να είμαστε εργατικές, όχι όμως επιθετικές, όμορφες, όχι όμως πρόστυχες, φιλόδοξες, αλλά «τόσο όσο».

Είμαστε αυτές που πληρωνόμαστε λιγότερο από τους άντρες συναδέλφους μας για μια ίδια δουλειά».

Τέσσερις  ηθοποιοί, χρησιμοποιούν τις περσόνες 4 σπουδαίων γυναικείων  μορφών,  της Virginia Woolf, της Simon de Beauvoir, της Sylvia Plath και της Judith, της φανταστικής αδελφής του Σαίξπηρ για να εκφράσουν τα δικά τους θέλω και την δική τους θέση μέσα σε μια πατριαρχική κοινωνία. Το έργο είναι επηρεασμένο απ’ όλες εκείνες τις γνωστές ή άγνωστες γυναικείες φωνές που πάλεψαν και παλεύουν ακόμα για τα δικαιώματά τους.

«Όταν κάποιος διαβάζει για μια μάγισσα που, δεμένη στην καρέκλα την κατέβαζαν στο νερό ή την έκαιγαν ζωντανή ή για την μητέρα ενός αξιόλογου άντρα, ίσως να είμαστε στα ίχνη μιας χαμένης πεζογράφου, μιας βουβής και άδοξης γυναίκας. Όλες εκείνες οι γυναικείες φωνές στάθηκαν σιωπηλές στο μαρτύριο του γάμου και μιας ζωής συμβατικής. Όλες εκείνες οι γυναίκες δέθηκαν, κάηκαν, θυσιάστηκαν, βιάστηκαν και ποδοπατήθηκαν στο όνομα της οικογένειας, στο όνομα της πατρίδας, στο όνομα της θρησκείας και της ηθικής.

Μας πουλούν, μας φιμώνουν και μας χτυπούν από την αρχή της ιστορίας. Το ότι κάνεις αυτό που σου λένε, δεν σημαίνει ότι συναινείς. Σημαίνει ότι θες να επιβιώσεις για μία ακόμη  μέρα».

 

Γράφει ο συγγραφέας Γιάννης Λασπιάς στο εισαγωγικό του σημείωμα: 

«Όσα διεκδικεί η Γουλφ, τα χρήματα και ο χώρος, είναι καίρια ζητήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα ανά την υφήλιο κι ας μας χωρίζει σχεδόν ένας αιώνας από την εποχή που γράφτηκε το κείμενο. Ζητήματα που αφορούν όλους μας, ανεξαρτήτως φύλου, εθνικότητας, θρησκείας και παραδόσεων. Κάθε άνθρωπος σε όλο τον κόσμο θα έπρεπε να έχει το δικό του χώρο και τα δικά του χρήματα για να δημιουργήσει, να εκφραστεί, να υπάρξει.

Μπορεί την εποχή της Γουλφ οι γυναίκες να είχαν, μέσα από σκληρούς και αιματηρούς αγώνες, δικαίωμα στη μόρφωση, περιουσιακά και πολιτικά δικαιώματα, αλλά στην πράξη οι δυσκολίες τους ήταν απτές και, φυσικά, όσον αφορά τις προγενέστερες δημιουργούς που αναφέρει, ανυπέρβλητες.

Η αντίδραση στην εξουσιαστική βία της πατριαρχίας είναι για πολλές γυναίκες και τα παιδιά τους προϋπόθεση επιβίωσης, κάτι σαν αντάρτικο ενάντια σε ξένες δυνάμεις κατοχής. Η αντίδραση στην εξουσιαστική βία της πατριαρχίας στην περίπτωση της Γουλφ που κατάφερε να κερδίσει χρήματα, κύρος και φήμη ως γυναίκα  συγγραφέας στην εποχή της, ήταν χρέος προς όλες εκείνες τις γυναίκες που άνοιξαν το δρόμο και προς όλες εκείνες που θα ακολουθήσουν. Κάθε γυναίκα και άντρας δεν ορίζονται απαραίτητα από το «φαίνεσθαι» και την τάξη τους, αλλά από τις αξίες και τις τοποθετήσεις τους. Και η εμβληματική Βρετανίδα συγγραφέας δε διστάζει να πάρει θέση, να χρησιμοποιήσει την κοινωνική της θέση  και τη δύναμη του λόγου της, να υψώσει τη φωνή της με όποιο κόστος. Αν κάθε γυναίκα είχε το δικό της χώρο, το δικό της βήμα και τα δικά της χρήματα, πόσες ποιήτριες, πόσες συγγραφείς, πόσα ακόμα αριστουργήματα θα είχαν γεννηθεί…

Σήμερα, οι γυναίκες έχουν κερδίσει  δωμάτια στο σπίτι που μέχρι τώρα ανήκαν αποκλειστικά σε άντρες, ωστόσο εξακολουθούν να βάλλονται από οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές ανισότητες. Από το συγκλονιστικό κίνημα στην Πολωνία για το δικαίωμα στην άμβλωση, μέχρι τις τεράστιες διαδηλώσεις για τις γυναικοκτονίες στη Λατινική Αμερική και το παγκόσμιο κίνημα #Metoo, γυναίκες και θηλυκότητες σε όλο τον πλανήτη διεκδικούν μια ζωή χωρίς βία, φόβο και καταπίεση. Το ίδιο και στην Ελλάδα, όπου τα περιστατικά της έμφυλης βίας κάθε άλλο παρά μειώνονται. Τα στερεότυπα, ο σεξισμός, οι τοξικές αρρενωπότητες, το victim blaming και η κουλτούρα του βιασμού γίνονται αισθητά καθημερινά μέσα από την ευρύτερη κανονικοποίησή τους, αλλά και την ανοχή της κοινωνίας, των media και των θεσμών. Τα δικαιώματα, λοιπόν, όσο δύσκολα κερδίζονται έτσι γρήγορα χάνονται εν μια νυκτί. Η ιστορία δεν προχωρά σε ευθεία γραμμή».  

Το πρωτότυπο θεατρικό έργο του Γιάννη Λασπιά παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2020 στο Θέατρο 104. Η παράσταση επιχορηγήθηκε από το ΥΠΠΟΑ.

Πώληση σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία και μέσω του e-shop της Κάπα Εκδοτικής

Πρόλογος: Σμαρώ Κώτσια

Επίμετρο: Αφροδίτη Καμάρα